Apostolos Doxiadis

Philippos Philippou – To Vima [in Greek]

Η απειλή του λύκου
του Φίλιππου Φιλίππου

Ο Αλ, ο Νικ και ο Λι Φρανκ, παιδιά ενός έλληνα μετανάστη στη Νέα Υόρκη, έρχονται αντιμέτωποι με μια φοβερή κατάρα που απειλεί την ίδια τους τη ζωή. Αγωνία αλλά και αλληγορική εκδοχή του παραμυθιού με τα τρία γουρουνάκια.

Αρχικά ήταν το παραμύθι «Τα τρία γουρουνάκια», όπου πρωταγωνιστούν τρία από αυτά τα συμπαθή ζωάκια και ο «κακός λύκος». Κατά την πλοκή, τα γουρουνάκια πρέπει να χτίσουν ένα σπιτάκι και να το κατοικήσουν για να αποφύγουν το φάγωμά τους από τον λύκο. Στην εκδοχή του Γουόλτ Ντίσνεϊ και άλλων διασκευαστών του παραμυθιού όλα τα γουρουνάκια κατορθώνουν να σωθούν, σε εκείνην όμως των αδελφών Γκριμ τα δύο καταβροχθίζονται και γλιτώνει μόνο το τρίτο, το προνοητικό, αυτό που φροντίζει να χτίσει ένα γερό σπίτι ώστε να μη γκρεμισθεί όταν φυσήξει ο λύκος.

Το μυθιστόρημα του Απόστολου Κ. Δοξιάδη είναι μια μεταφορά στο καθ’ ημάς του παραπάνω παιδικού παραμυθιού με τη μορφή παραβολής. Το μότο της αρχής «Και εγώ θα φυσήξω και θα φυσήξω και το σπιτάκι σου θα σ’ το γκρεμίσω!» δια στόματος του κακού λύκου προϊδεάζει τον αναγνώστη για το είδος της ιστορίας που θα διαβάσει. Ταυτόχρονα τον εισάγει σε ένα κλίμα αγωνίας και σασπένς, καθώς οι ανατροπές και τα στοιχεία θρίλερ αφθονούν και η απειλή διατρέχει όλες τις σελίδες του ως την τελευταία.

Μια φορά κι έναν καιρό, λοιπόν, ήταν τρία Ανθρωπάκια: ο Αλ, ο Νικ και ο Λι Φρανκ. Ο πατέρας τους λεγόταν Μπιλ Φρανκ (ελληνιστί Βασίλης Φραγκογιάννης), χριστιανός, Έλληνας από την Καππαδοκία, που εργάστηκε ως τσαγκάρης στη Σμύρνη και μετανάστευσε στη Νέα Υόρκη περί τα τέλη του περασμένου αιώνα, την εποχή που η φτωχολογιά της Ευρώπης πίστευε ότι η Αμερική είναι η Γη της Επαγγελίας, η χώρα που έχει τους δρόμους της στρωμένους με δολάρια. Εκεί ο Μπιλ άνοιξε εργαστήριο παπουτσιών, λόγω όμως κακοδιαχείρισης βουτήχθηκε στα χρέη, το έριξε στο ποτό και στη χαρτοπαιξία, ώσπου κάποιο βράδυ σκότωσε σε ένα μπαρ τον γιο τού Ντον Τόνιο Λούπο (λύκος ιταλιστί), του εκ Σικελίας αρχιγκάγκστερ. Φυλακίστηκε και όταν τον επισκέφθηκε στη φυλακή ο πατέρας του θύματος του έδωσε μια κατάρα: να πεθάνουν τα παιδιά του μόλις φθάσουν στην ηλικία του γιου του, στα 42 τους χρόνια δηλαδή. Πράγματι, και ενώ ο εκ Καππαδοκίας μετανάστης βρέθηκε κρεμασμένος στη φυλακή πρόλαβε ωστόσο να ειδοποιήσει το Πρώτο Ανθρωπάκι για τον επερχόμενο κίνδυνο , μια ομάδα πληρωμένων δολοφόνων τέθηκε σε ετοιμότητα περιμένοντας το πλήρωμα του χρόνου για την πραγματοποίηση της απειλής του μαφιόζου.

Ο Αλ Φρανκ, άνθρωπος πρακτικός, εργατικός και πανέξυπνος, έχοντας συνειδητοποιήσει ότι η μόνη δύναμη που μπορεί να κυβερνήσει τα ανθρώπινα πάθη είναι το χρήμα, αποφάσισε να κάνει περιουσία ώστε με τα πλούτη (το σπιτάκι του παραμυθιού) να εξαγοράσει από τους επιγόνους τού Τόνιο Λούπο τις τρεις ζωές. Το Πρώτο Ανθρωπάκι, λοιπόν, έγινε επιχειρηματίας, το Δεύτερο, προτιμώντας τη δόξα (το δικό του σπιτάκι), έγινε σταρ του Χόλιγουντ και το Τρίτο δεν έγινε τίποτα επειδή αγνοούσε τον καραδοκούντα κίνδυνο. Ο Λι Φρανκ, μεγαλωμένος με άνεση, άρχισε να ζει παρασιτικά, κάνοντας απάτες, παράλληλα όντας άτομο χωρίς ηθικούς φραγμούς σχετίστηκε ερωτικά με τη γυναίκα του μεγάλου του αδελφού, του ευεργέτη του.

Όταν έφθασε η ώρα της εκδίκησης, της εκπλήρωσης δηλαδή της απειλής του αρχιγκάγκστερ βρισκόμαστε στο 1938, εποχή που ο Χίτλερ ετοιμάζεται να καταβροχθίσει όλη την Ευρώπη , το Πρώτο Ανθρωπάκι δολοφονήθηκε στην ηλικία των 42, σύμφωνα με το χρονοδιάγραμμα. Λίγα χρόνια μετά δολοφονήθηκε και το Δεύτερο Ανθρωπάκι οι μαφιόζοι συνεργάστηκαν αυτή τη φορά με το FBI το οποίο είχε καταφύγει με ψεύτικο όνομα στην Ιταλία και εργαζόταν στη φασιστική ραδιοφωνία του Μουσολίνι. Το Τρίτο Ανθρωπάκι ακριβώς τότε ενημερώθηκε για την κατάρα τού Τόνιο Λούπο εγκατέλειψε την Αμερική και εγκαταστάθηκε κάπου στην Αφρική, σε μια φάρμα, άγνωστος μεταξύ αγνώστων. ‘Aραγε κατόρθωσε να γλιτώσει; Τι του επεφύλασσε το μέλλον; Τον ανακάλυψε ο «κακός λύκος»;

Ο Απόστολος Κ. Δοξιάδης (γεν. το 1953), μυθιστοριογράφος, σκηνοθέτης θεάτρου και κινηματογράφου, δεν εξιστορεί το παραμύθι των τριών αδελφών ως παντογνώστης και παντεπόπτης συγγραφέας· αντιθέτως, χρησιμοποιεί δύο ήρωες του μυθιστορήματός του ως διαδοχικούς αφηγητές. Ο πρώτος εξ αυτών είναι κάποιος Αμερικανός από το Όστιν του Τέξας που ταξιδεύει στην Ευρώπη για τις ανάγκες της διδακτορικής διατριβής του στο μάθημα της Εγκληματικής Ψυχολογίας με τον φιλόδοξο τίτλο «Ειλικρινής Μεταμέλεια: Προϋποθέσεις και Συνθήκες της Ριζικής Αλλαγής Συμπεριφοράς των κατ’ Επάγγελμα Κακοποιών». Αναζητώντας σε ένα εκκλησιαστικό νοσοκομείο, κάπου στις ‘Aλπεις, τον Πέπε Τερανόβα, μετανοημένο κακοποιό πρόκειται για τον άνθρωπο της μαφίας που έχει πάρει εντολή από τον Τόνιο Λούπο να εξοντώσει τα τρία Ανθρωπάκια , συναντά έναν τρόφιμο του ιδρύματος, πρόθυμο να του αφηγηθεί την ιστορία των αδελφών Φρανκ.

Ο συγγραφέας μέσω της παραβολής επιθυμεί να μιλήσει για τους ανθρώπους που έχοντας εγκληματήσει ξαναβρίσκονται στον ίσιο δρόμο. Το ερώτημα για ποιους λόγους και υπό ποιες προϋποθέσεις ένας πορωμένος κακοποιός εξετάζει την περίπτωση του Λι Φρανκ αλλά και εκείνην του Τερανόβα μπορεί να εγκαταλείψει την εγκληματική δράση και να ζήσει στο εξής ως νομιμόφρων πολίτης είναι προφανές πως τον απασχολεί σοβαρά. Αυτό το ερώτημα είναι και το ζητούμενο του μυθιστορήματος. Παρά τους ενδοιασμούς του, θεωρεί ότι αυτό επιτυγχάνεται με την αλλαγή, τη ριζική αλλαγή νοοτροπίας, συμπεριφοράς, συνηθειών, τρόπου ζωής. Επιπλέον, η σχέση του μεταμεληθέντος με μια γυναίκα, όταν μετατρέπεται σε αγάπη βαθιά, χριστιανική, είναι ικανή να τον οδηγήσει σε μεταμόρφωση, να τον κάνει να μη ζει για τον εαυτό του αλλά και για τους άλλους. Τότε ο άνθρωπος που από παράσιτο της κοινωνίας γίνεται προστάτης των ταπεινών και καταφρονεμένων της γης θα ανταμειφθεί από τη Θεία Πρόνοια, την ανώτερη δύναμη την ορίζουσα τα των ανθρώπων. Η αλλαγή, όμως, η μεταμέλεια, δεν είναι δυνατόν να πραγματοποιηθεί μόνο με την πίστη, ο μετανοημένος πρέπει να πληρώσει κιόλας, το κόστος της αλλαγής είναι υψηλό. Σε τελευταία ανάλυση, «σημασία δεν έχει η αιτία αλλά η τιμή», σύμφωνα με τον μετανοημένο γκάγκστερ και τον συγγραφέα.

Ο Απόστολος Κ. Δοξιάδης στα «Τρία Ανθρωπάκια», μιλώντας αλληγορικά, πραγματεύεται το ζήτημα της πάλης του Καλού με το Κακό, όπου Κακό με το προσωπείο του λύκου στο παραμύθι, της μαφίας στο μυθιστόρημά του είναι «ο θάνατος, η δυστυχία, η φθορά, η στέρηση της ελευθερίας», όπως δηλώνει σε συνέντευξή του. Κατά την άποψή του, κυρίαρχο στη ζωή είναι η δράση, ο αγώνας εναντίον των επίβουλων δυνάμεων, ιδιαίτερα εναντίον του εαυτού μας.

Ωστόσο, πέρα από τις αλληγορίες, τους συμβολισμούς, τα μηνύματα, τα ηθικά διδάγματα, υπάρχει το ίδιο το κείμενο. Και ο αναγνώστης μπορεί να απολαύσει το λιτό, απέριττο και ενίοτε παιγνιώδες ύφος του συγγραφέα, ο οποίος θέλει κυρίως να αφηγηθεί μια περιπετειώδη ιστορία. ‘Aλλωστε στο μυθιστόρημά του «Ο θείος Πέτρος και η Εικασία του Γκόλντμπαχ» εξομολογείται ότι υπήρξε συστηματικός αναγνώστης του παιδικού περιοδικού «Μικρός Ήρως».

April 26, 1998: Philippos Philippou – To Vima

Comments are closed.